Βιώσιμες το 3% των αμπελουργικών εκμεταλλεύσεων
Ο µικρός κλήρος «πληγώνει» την ελληνική αµπελοκαλλιέργεια, καθώς µόλις περίπου 3% των εκµεταλλεύσεων στον κλάδο είναι βιώσιµες αναφέρεται σε δημοσίευμα της Agrenda.
Λεωνίδας Λιάμης
Στην εισήγησή του στο 8ο συνέδριο Αγροτεχνολογίας ο Βασίλης Μυλωνάς, γεωπόνος στο «Κτήµα Κυρ Γιάννη», ανέφερε πως η ελληνική αµπελουργία έχει περάσει σε µια νέα εποχή, η οποία χαρακτηρίζεται από σηµαντικές αλλαγές.
«Αυτή τη στιγµή η πλειονότητα των αµπελουργών, ένα ποσοστό 82% έχει έως 5 στρέµµατα αµπέλι και οι µικρές αυτές εκµεταλλεύσεις δεν είναι βιώσιµες. Υπάρχει ένα 2,4% του συνόλου που καλλιεργούν από 20 έως 50 στρέµµατα και ένα άλλο 0,43% µε πάνω από 100 στρέµµατα, οι οποίες είναι βιώσιµες», ανέφερε ο οµιλητής, σηµειώνοντας πως λόγω της µη βιωσιµότητας πολλά αµπέλια εγκαταλείφθηκαν ή εκριζώθηκαν τα τελευταία 35 χρόνια µε συνέπεια φέτος η παραγωγή να αναµένεται στα 2 εκατ. εκατόλιτρα ή περίπου 50% χαµηλότερα από ό,τι το 1985.
Ως προς την πορεία του οινοποιητικού τοµέα, ο κ. Μυλωνάς επεσήµανε επίσης πως το ελληνικό κρασί εµφανίζει τεράστια δυναµική και σήµερα είναι σε λειτουργία 1.259 οινοποιεία κι εµφιαλωτήρια ενώ ανοδικά κινούνται και οι εξαγωγές. «Πολύ σηµαντικό είναι ότι ενώ το 2004 η µέση τιµή για το ελληνικό κρασί στο εξωτερικό ήταν στα 1,83 ευρώ, σήµερα βρίσκεται στα 2,54 ευρώ», ανέφερε ο οµιλητής και σηµείωσε πως οι λόγοι για την πορεία αυτή του ελληνικού κρασιού, σχετίζονται µε την βελτίωση της ποιότητάς τους, τα προγράµµατα προώθησης που έχουν εφαρµοστεί και µε την ανάπτυξη του οινοτουρισµού.
Αναφορικά µε τις προκλήσεις του κλάδου, τόνισε, µεταξύ άλλων, την ανάγκη να αυξηθούν οι εκτάσεις που καλλιεργούνται στη χώρα µας µε οινοποιήσιµο σταφύλι, να στραφούν νέοι άνθρωποι στο χώρο, να βελτιωθεί ακόµη περισσότερο η ποιότητα και να υπάρξει προσαρµογή στις συνθήκες που φέρνει η κλιµατική αλλαγή, να ενισχυθούν τα συνεργατικά σχήµατα και να υπάρξει και εκπαίδευση των αµπελουργών, των οινοποιών, αλλά και των καταναλωτών οίνου.
Οι νέες τάσεις φέρνουν ανθεκτικές ποικιλίες ακόµη και για τη Σουηδία
Αναφερόµενος στις νέες τάσεις που διαµορφώνονται παγκοσµίως γύρω από την αµπελοκαλλιέργεια, ο υπεύθυνος του τµήµατος Αµπέλου στην Vitro Hellas Νικόλαος ∆άλπης σηµείωσε πως «οι ανθεκτικές ποικιλίες, όσο και αν µας ξενίζει θα έρθουν. Ξεκίνησαν το 1998 από το Ούντινε και 8 χρόνια µετά, το 2006 στα βελτιωτικά προγράµµατα έγινε εντατικοποίηση και από το 2015 έχουν εγγραφεί στον εθνικό κατάλογο της Ιταλίας έξι λευκές κι έξι ερυθρές ποικιλίες οι οποίες είναι σχετικά ανθεκτικές στον περονόσπορο και στο ωίδιο».
Ο ίδιος ανάφερε ότι οι ανθεκτικές ποικιλίες προορίζονται για περιοχές µε κλιµατικές συνθήκες που ευνοούνται από επιθέσεις από παθογόνα, αλλά και για χώρες που εσχάτως «γνωρίζονται» µε την αµπελουργία.
«Είναι για αµπελουργικές περιοχές που είναι δίπλα σε οικισµούς, για χώρες που η αµπελοκαλλιέργεια έχει πολύ ανταγωνισµό, όπως είναι η Ισπανία και η Χιλή, αλλά και κάποιες των οποίων η κουλτούρα διαφέρει από τη δική µας όπως η Ινδία και η Ιαπωνία και ίσως και κάποιες να προορίζονται για καινούριες χώρες σε σχέση µε την αµπελοκαλλιέργεια όπως η ∆ανία, η Αγγλία, η Πολωνία κι η Σουηδία», τόνισε και σηµείωσε πως «η εισαγωγή καινοτόµων απόψεων στις ανθεκτικές ποικιλίες θα δώσουν αµπελουργικές εκµεταλλεύσεις µε υψηλή ποιότητα, βιωσιµότητα και προσαρµοστικότητα σε διαφορετικά περιβάλλοντα. Αυτός είναι ένα πολύ σηµαντικό βήµα σαν άµυνα στις επερχόµενες επιπτώσεις της κλιµατικής αλλαγής.