Κρασί και Ελλάδα.Τα πολλά πρόσωπα μιας παθιασμένης σχέσης!
“The next fashionable wine region that capture the imagination of the british wine buyers may well not be from the New World, but from the oldest wine producing part of the World: Greece”. Αυτά έλεγε ο μεγάλος οινοκριτικός και συγγραφέας οίνου Steven Spurrier στο μακρινό 1995. «Η επόμενη μοδάτη οινική περιοχή που αιχμαλωτίζει την φαντασία των Βρετανών, μπορεί να μην είναι από τις χώρες του Νέου Κόσμου, αλλά από το παλαιότερο οινοπαραγωγικό κομμάτι του κόσμου: την Ελλάδα».
Τα χείλη του Spurrier δεν ξεστομίζουν ανακρίβειες. Ο πολύπειρος συγγραφέας και οινοκριτικός είναι χρόνια στο κουρμπέτι (!) και είναι αυτός που είχε τον φαεινή ιδέα (για τα δεδομένα της εποχής) να διοργανώσει την λεγόμενη «Judgment of Paris» στις 24 Μαΐου 1976, η οποία ήταν μια τυφλή γευστική δοκιμή-διαγωνισμός ανάμεσα στα καλύτερα Γαλλικά κρασιά και στα χαμηλής φήμης Αμερικάνικα.
Το αποτέλεσμα ήταν τα αμερικάνικα «χωριάτικα κρασιά» να ισοπεδώσουν στη βαθμολογία κρασιά μύθους του Bordeaux και της Βουργουνδίας, οι Γάλλοι να αλαλάζουν ως φανατικοί θρησκόληπτοι και να απαιτούν να ριχτεί στην πυρά ο Spurrier, μη δυνάμενοι να αποδεχτούν την ήττα τους.
Τα παραπάνω μικρή μόνο σχέση έχουν με την Ελλάδα, αλλά αναφέρονται πρώτον, για να κατανοήσουμε τη διορατικότητά του Spurrier και δεύτερον, γιατί ο Spurrier είναι αναντάμ παπαντάμ Βρετανός και όσο και να πονάει τους Γάλλους και να φαίνεται οξύμωρο στους λοιπούς, η Μ. Βρετανία κινεί τα νήματα στον παγκόσμιο οινικό χάρτη σε επίπεδο εμπορίου, χρηματιστηρίου, εκπαίδευσης κτλ. (Σημ: σε μια πρόσφατη γευσιγνωσία είχα την χαρά να ρωτήσω το Στέλιο Μπουτάρη, ποιά χώρα τον ενδιαφέρει περισσότερο στις εξαγωγές και η απάντησή του ήταν αφοπλιστική και εμφατική: «Η Μ. Βρετανία! Αν μπεις στη Μ. Βρετανία (κάτι τρομερά δύσκολο) έχεις μπει παντού». Και αυτό τα λέει όλα).
Από τις δηλώσεις του Spurrier έχει κυλίσει πολύ κρασί στο αυλάκι. Σίγουρα όμως ο πυρήνας των δηλώσεών του ήταν ότι το ελληνικό κρασί εκείνη την περίοδο φάνταζε να έχει τεράστια δυναμική εξέλιξης. Άλλωστε η ιστορική αλήθεια είναι αδιαμφισβήτητη σε αυτό το κομμάτι, καθώς αν θα μπορούσε να περιγραφεί η σχέση του Έλληνα με το κρασί με μια λέξη αυτή θα ήταν ερωτική. Μπορεί οι Έλληνες να μην ήταν αυτοί που πρωτοανακάλυψαν το κρασί, αλλά ήταν αυτοί που το διέδωσαν στα πέρατα του τότε γνωστού κόσμου, το ενέταξαν ως αναπόσπαστο κομμάτι του πολιτισμού τους, το πέρασαν στην σφαίρα το μύθου και το παρέδωσαν απλόχερα στο δικό του θεό, το Διόνυσο.
Από τα χρόνια όμως που ο Σωκράτης και οι σύγχρονοί του απολάμβαναν τον «κεκραμένον οίνον» στα συμπόσια και σε κάθε άλλη λογής κοινωνική συναναστροφή, μέχρι το 2016 έχει διανυθεί μία, δύο και τρεις αιωνιότητες. Αριστοτέλης, Ησίοδος, Όμηρος, Θεόφραστος, Αλκαίος, Ευρυπίδης, Πλάτωνας, Ξενοφώντας και πολλοί άλλοι αναφέρουν με τον ένα ή τον άλλο τρόπο το κρασί στα συγγράμματα τους, ενώ πλήθος αρχαιολογικών ευρημάτων συνηγορεί υπέρ του άρρηκτου δεσμού Έλληνα και κρασιού.
Άλλωστε η ίδια υπαρξιακή μας ενδελέχεια συναρμολογείται από μια ελιά, ένα αμπέλι κι ένα καράβι. Από αυτά αποτελείται η Ελλάδα και από αυτά ξαναφτιάχνεται. Και αν αυτό το υποστηρίζει με σθένος ο νομπελίστας Οδυσσέας Ελύτης, εμείς οφείλουμε να σκύψουμε ευλαβικά το κεφάλι.
Οι ελληνικές ποικιλίες
Ένα από τα πιο αξιοπρόσεκτα σημεία που ξεχωρίζουν την Ελλάδα στον παγκόσμιο οινολογικό χάρτη είναι ο εξαιρετικά μεγάλος θησαυρός γηγενών ποικιλιών που διαθέτει η χώρα: Ξινόμαυρο, Μοσχοφίλερο, Ασύρτικο, Αγιωργίτικο, Βιδιανό, Μαυροδάφνη, Σαββατιανό, Λημνιό, Αηδάνι, Λημνιώνα και τόσες άλλες που θέλουν σελίδες να καταγραφούν. Για να αντιληφθείτε τη σημασία που ενέχει το παραπάνω, αρκεί να αναλογιστείτε ότι ολόκληρη Χιλή έχει χτιστεί πάνω σε ένα Carmenere, ενώ η Αργεντινή επενδύει την οινική της εικόνα στο Malbec.
Ο εξωτικός χαρακτήρας των ελληνικών ποικιλιών μαγεύει τον οινόφιλο του εξωτερικού, ακόμα και όταν δυσκολεύεται σαν τρελός να προφέρει το Xee-no-mavro. Το θεωρεί και αυτό αναπόσπαστο κομμάτι της μαγείας, καθώς έχει βαρεθεί να πίνει παντού Cabernet Sauvignon και Chardonnay. Προς θεού! Δεν λέμε ότι οι διεθνείς ποικιλίες πρέπει να δαιμονοποιηθούν, καθώς δίνουν εξαιρετικά δείγματα στη χώρα μας. Τα καλά οινοποιημένα δείγματα αυτών των ποικιλιών σε καταξιώνουν, όμως οι γηγενείς ποικιλίες είναι αυτές που σε κάνουν να ξεχωρίσεις σε έναν ωκεανό όμοιων κρασιών.
Ένα άλλο ακατέργαστο διαμάντι που έχει η ελληνική οινοποιία στα χέρια της είναι η λεγόμενη «ιστορία πίσω από το προϊόν» και το υπέροχο storytelling που αναζητούν μανιωδώς οι ξένοι καταναλωτές. Το κρασί έχει μια εξαιρετική ιστορία πίσω του και πρέπει να βρεθούν ικανοί αφηγητές να τη δομήσουν και να τη μεταφέρουν στα σωστά αυτιά, μιας και καλοί ακροατές υπάρχουν αδιαμφισβήτητα.
Ο Μπομπ, η Μαίρη και ένα δαχτυλίδι αρραβώνων
Ας έρθουμε τώρα σε ένα από το θέματα «love to hate» και τούμπαλιν. Ο ελληνικός τουρισμός και το ελληνικό κρασί. Για να είμαι πιο ακριβής και να σας βάλω πιο μέσα στο παιχνίδι θέλω να φέρετε στο μυαλό σας δυο φανταστικές εικόνες. Στην πρώτη εικόνα έχουμε ένα ζευγάρι (ο Bob και η Mary) από την πολιτεία Massachusetts των ΗΠΑ, που φιλοδοξεί να έχει μια υπέροχη μέρα στο ταξίδι του στην Ελλάδα.
Η προσπάθεια ξεκινάει με επίσκεψη στην Ακρόπολη, αλλά δυστυχώς η Ακρόπολη είναι κλειστή, καθώς όπως λέει ένας από τους απεργούς, τα μάρμαρα δεν θα ήταν τίποτα χωρίς τους υπαλλήλους. Απογοητευμένοι αναχωρούν, αλλά οπλίζονται με θετική διάθεση καθώς η Μασατσούσετς με την Αθήνα είναι ένα τσιγάρο δρόμος, οπότε και θα έρθουν του χρόνου… Στη στάση των λεωφορείων στάζουν από τον ιδρώτα και αγοράζουν ένα νεράκι για να ξεδιψάσουν μόλις με 5€ (!) ενώ αδυνατούν να μπουν στο λεωφορείο λόγω κόσμου. Αποφασίζουν να πάρουν ταξί για να πάνε στον Πειραιά, αλλά εκεί, όταν τους λέει ο ταξιτζής το κόστος της διαδρομής, νομίζουν ότι τους μετέφεραν με τιμές αρχηγού κράτους. Καταταλαιπωρημένοι, κάθονται σε ένα ταβερνάκι να φάνε, όπου μετά από πολλή ώρα έρχεται η παραγγελία.
Ω ποία πρωτότυπη έμπνευσις: mousaka, feta cheese, horiatiki και (νάτα νάτα) μισό κιλό ρετσίνα που κατακαίει τα σωθικά της Mary και μυρίζει σαν το φρεσκοσκασμένο καριοφίλι του Καραϊσκάκη. Περιττό να πω ότι η θέα στη θάλασσα δεν δύναται να αποζημιώσει για τον κρύο μουσακά, ούτε για την ξινισμένη, χύμα και αγνώστου προέλευσης ρετσίνα που πρότεινε με καμάρι ο σερβιτόρος. Κάντε τώρα ένα rewind και στη θέση του ζευγαριού βάλτε τον αγχωμένο Michael που θέλει να κάνει πρόταση γάμου στην αγαπημένη του Victoria, γιατί το ταξίδι τους στην Ελλάδα ήταν όνειρο ζωής.
Περιηγούνται μια χαρά στον Παρθενώνα, πίνουν κρύο νεράκι με 0,50€, μεταβαίνουν άνετα με τα Μ.Μ.Μ. στον προορισμό τους και κάθονται σε ένα όμορφο παραλιακό ταβερνάκι: μουσακάς καλοφτιαγμένος που μοσχοβολάει με χειροποίητη μπεσαμέλ, φέτα ΠΟΠ που έχει μαστιχωτή υφή, και χωριάτικη με φρέσκια κατακόκκινη ντομάτα, ελιές από γνωστό παραγωγό και έξτρα παρθένο ελαιόλαδο πάνω από την πεντανόστιμη συριανή κάπαρη. Και όταν έρχεται η ώρα για το κρασί, ο σερβιτόρος τους πηγαίνει ένα οικονομικό εμφιαλωμένο σαββατιανό Αττικής ή ένα σαντορινιό Ασύρτικο και ενώ τους σερβίρει σε κατάλληλα ποτήρια το κρασί τους, τους διηγείται την ιστορία του κρασιού.
Καθώς το ηλιοβασίλεμα πέφτει και ο ήλιος χαϊδεύει σαν μετάξι τον ορίζοντα και απλώνεται νωχελικά στη θάλασσα, ο αγχωμένος Michael βγάζει έξω το δαχτυλίδι, η Victoria κλαίει, και ουρλιάζει “I do I do”, οι υπόλοιποι συνδαιτυμόνες χειροκροτούν και ο Μπάμπης ο σερβιτόρος τους κάνει δώρο για να θυμούνται τη βραδιά άλλη μια φιάλη από το ίδιο κρασί. Αναρωτηθείτε τι γνώμη θα έχει σχηματίσει το πρώτο ζευγάρι για τον ελληνικό τουρισμό και το ελληνικό κρασί και τι θα λέει αντίστοιχα το δεύτερο ζευγάρι.
Κάθε φορά που θα ανοίγουν ένα ασύρτικο ή ένα σαββατιανό, τα γλυκά αρώματα τους θα πλημμυρίζουν τις μνήμες τους και θα φέρνουν πάντα στο μυαλό τους εκείνο το δείπνο που κρατιόντουσαν χέρι χέρι, μιας και η όσφρηση δρα αποδεδειγμένα ως τυμβωρύχος της μνήμης (σημ: τώρα αγαπητέ Michael πώς θα καταλήξει αυτή η σχέση…. It is up to you.
Εμείς πάντως τις συμβουλές μας σου τις δώσαμε). Το παραπάνω λέγεται «εξαγωγή τουρισμού» και πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι το ελληνικό κρασί είναι αδιαμφισβήτητο κομμάτι του ελληνικού τουρισμού, ενώ για τη διαμόρφωση του δικού του storytelling που θα το κάνει γνωστότερο στο εξωτερικό και θα το διαφοροποιήσει χρειάζεται σωστό timing, εκπαίδευση, ειλικρίνεια, προγραμματισμό και φυσικά στήριξη από την πολιτεία.
Χύμα ή εμφιαλωμένο;
Παρά την υπερβολή στις δύο παραπάνω περιπτώσεις, αν αναζητήσουμε την αριστοτέλεια μεσότητα θα πιάσουμε το νόημα. Επιπλέον, ειδικά στην πρώτη περίπτωση θα δούμε κάποιες παθογένειες που ταλαιπώρησαν το ελληνικό κρασί: κακής ποιότητας ρετσίνα και φυσικά το χύμα κρασί. Στο παρελθόν η ρετσίνα ήταν ένα πολύ κακό κρασί με μεγάλες ποσότητες ρετσίνης, που απέτρεπαν οποιοδήποτε οινόφιλο του εξωτερικού έστω και να το μυρίσει.
Για τους θαρραλέους που προχωρούσαν ένα βήμα πιο πέρα τα αποτελέσματα ήταν χειρότερα. Αυτό στιγμάτισε τη ρετσίνα ως κακό κρασί στο εξωτερικό και συνέδεσε το ελληνικό κρασί με μια ιδιότυπη «ρετσινιά». Τα πράγματα εδώ είναι εξαιρετικά απλά: αν ένα κρασί που σχεδιάζεται να γίνει ρετσίνα είναι καλό, θα γίνει και καλή ρετσίνα. Αν πάλι ισχύσει το αντίστροφο, κρίμα στον κακομοίρη που θα το πιει.
Στην Ελλάδα πλέον υπάρχουν εξαιρετικές εμφιαλωμένες ρετσίνες που έχουν άρει μέχρι και τη δυσπιστία των ξένων οινοκριτικών. Αυτό το αποδεικνύουν και τα δεκάδες βραβεία που συγκεντρώνουν στους διεθνείς διαγωνισμούς και προσθέτουν ένα ακόμα λιθαράκι στην αναγνώριση του ελληνικού ποιοτικού κρασιού.
Εδώ όμως έρχεται άλλη μια παθογένεια του ελληνικού κρασιού που λέγεται «χύμα κρασί» και παίρνει διαστάσεις διλήμματος: εμφιαλωμένο κρασί ή χύμα; Δίλημμα; Στην ουσία δεν πρόκειται καν για δίλημμα καθώς το εμφιαλωμένο πάντα μα πάντα είναι πολύ καλύτερο από το χύμα. Ας σταθούμε όμως σε κάποια συγκεκριμένα σημεία:
- Σύμφωνοι, μας αρέσει και μας αγγίζει η ρομαντική εικόνα του παππού που στέκεται στωικά με το μουστακάκι του και την τσίγκινη καράφα δίπλα στο βαρελάκι του. Αυτή η εικόνα μπορεί ναι μεν να είναι γλυκιά, ωστόσο απέχει έτη φωτός από την πραγματικότητα, καθώς αυτοί οι παππούδες πλέον είναι ελάχιστοι, το παράγουν για «πάρτη» τους, ενώ το χύμα κρασί αποτελεί προϊόν παραοικονομίας, κερδοσκοπίας και φυσικά δεν φορολογείται.
- Δυστυχώς, η οικονομική συγκυρία βοηθάει την κατανάλωση χύμα, ειδικά στα εστιατόρια, όπου πολλές φορές η τιμολογιακή πολιτική των ιδιοκτητών τους αγγίζει τα όρια του παραλόγου σε ότι αφορά στο εμφιαλωμένο. Δεν γίνεται να αγοράζεις ένα κρασί από την κάβα και τον προμηθευτή σου στα 4-5€ κι εσύ να το πουλάς στα 25-30€. Σε αυτό ήρθε να προστεθεί ο κοντόφθαλμος ΕΦΚ που έδωσε άλλο ένα πλήγμα σε ένα «ελιτίστικο» και «σνομπίστικο» προϊόν όπως είναι το εμφιαλωμένο κρασί.
- Και αν ακόμη στέκεστε στην τιμή, να σας πω ότι υπάρχουν πλέον πολλά εμφιαλωμένα κρασιά σε οικονομικές τιμές που είναι κάτι παραπάνω από καλοφτιαγμένα. Α! Και είναι και ασφαλή για την υγεία σας.
- «Το εμφιαλωμένο κρασί είναι μέσα στα χημικά και στα πρόσθετα ενώ το χύμα είναι αγνό». Αν εννοούμε αγνό την προσθήκη χρώματος, ζάχαρης, χημικών ουσιών, απουσία στοιχειώδους υγιεινής, κακές συνθήκες συντήρησης κτλ. ναι όντως είναι πολύ αγνό. Θα εκπλαγείτε αρνητικά, άμα δείτε μια χημική ανάλυση ενός χύμα κρασιού από αυτά τα εξαιρετικά, πλαστικά, πεντόκιλα που τα χτυπάει ο ήλιος κατακούτελα στη λαϊκή αγορά της γειτονιάς σας. Εδώ, η παρανόηση έγκειται στο περίφημο «Περιέχει θειώδη» που αναγράφεται στα εμφιαλωμένα κρασιά και έχει δαιμονοποιηθεί αδικαιολόγητα, μιας και τα παρεξηγημένα θειώδη είναι το απαραίτητο συντηρητικό του κρασιού, που του επιτρέπουν τη σωστή διατήρησή του. Θειώδη περιέχουν σχεδόν όλα τα τρόφιμα και αν φοβάστε την αβλαβή ποσότητα στο κρασί, τότε θα πρέπει να τρέμετε στην «υγειονομική βόμβα» που λέγεται αποξηραμένο δαμάσκηνο και περιέχει πολλαπλάσια ποσότητα από το κρασί.
- Το χύμα είναι ανώνυμο, ενώ το εμφιαλωμένο επώνυμο. Αν σας άρεσε ένα κρασί που ήπιατε σε μια ταβέρνα, δεν θα θέλατε να βρείτε ποιο είναι, ποιός το κάνει και πού βρίσκεται; Ή ας πάρουμε την κακιά και απευκταία περίπτωση που το κρασί είναι κακό για την υγεία σας. Δεν θα θέλατε να ξέρετε ποιός είναι για να μην τον εμπιστεύεστε. Το εμφιαλωμένο κρασί έχει ταυτότητα, είναι συγκεκριμένο και ανά πάσα ώρα και στιγμή μπορούμε να ανατρέξουμε στο δημιουργό του. Η φροντίδα στο αμπέλι γίνεται όλο το χρόνο, ο οινολόγος έχει σπουδάσει στα καλύτερα πανεπιστήμια του εξωτερικού, οι συνθήκες υγιεινής που επικρατούν στα οινοποιεία είναι καλύτερες ιδιωτικού νοσοκομείου, οι έλεγχοι που περνάν ξανά και ξανά είναι δεκάδες και φυσικά οι διαδικασίες πιστοποίησης του προϊόντος ανεξάντλητες. Όλα αυτά αποτελούν ποιοτικά εχέγγυα για το εμφιαλωμένο κρασί, ενώ για το «χύμα» το μόνο εχέγγυο είναι ο μπαρμπα Τάδε του θείου Δείνα.
Η οινική ελληνική «άνοιξη»
Ας μην είμαστε όμως γκρινιάρηδες γιορτινές μέρες. Πλέον, τα καλά νέα είναι περισσότερα, τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό. Στην Ελλάδα όλο και περισσότερος κόσμος πίνει εμφιαλωμένο κρασί και αν δεν το πίνει έξω σίγουρα πλέον το πίνει σπίτι του μαζί με φίλους και καλό φαγητό. Ο καταναλωτής αναζητά το καλό κρασί, ενημερώνεται και εκπαιδεύεται μαζί με τον εστιάτορα και τον επαγγελματία. Η «άνοιξη» των Wine Bars συνετέλεσε σε μεγάλο βαθμό στη στροφή του κοινού από το σκληρό αλκοόλ στο κρασί, ενώ σιγά σιγά πολλά μαγαζιά αλλάζουν την τιμολογιακή τους πολιτική στο εμφιαλωμένο κρασί και εφαρμόζουν και την πολιτική του BYOB (Bring Your Own Bottle).
Εξίσου αισιόδοξα μηνύματα έρχονται από τις αγορές του εξωτερικού όπου το ελληνικό κρασί είναι πλέον Οδυσσέας που βρίσκει την Ιθάκη του. «Έξω πάμε καλά» είναι μία φράση που ακούμε συχνά από τους ανθρώπους που ασχολούνται με το κρασί σε όλα τα στάδια της παραγωγής του. Ωστόσο δεν κομίζουμε «γλαύκας εις Αθήνας», καθώς απαιτείται πολύ δουλειά κυρίως για να ανατραπεί η παλαιότερη αρνητική εικόνα. Αν αντιληφθούμε τη σημαντικότητα της παραπάνω παραδοχής, θα διαπιστώσουμε ότι οι Έλληνες ξεκινάνε να βάζουν θεμέλια με αρνητικό πρόσημο και μετά αρχίζουν να χτίζουν τη θετική μας εικόνα στο εξωτερικό.
Είναι γεγονός πώς πολλά μικρά και μεγάλα οινοποιεία βρίσκουν, εύκολα ή δύσκολα, το δρόμο τους για τις αγορές του εξωτερικού. Μάλιστα, αν παρατηρήσουμε τα προσωρινά στοιχεία των ελληνικών εξαγωγών που εξέδωσε η ΕΛΣΤΑΤ για το έτος 2015 (πηγή www.keosoe.gr) θα διαπιστώσουμε ότι οι συνολικές εξαγωγές ελληνικού κρασιού παρουσίασαν μικρή ποσοστιαία κάμψη της τάξης του 0,51% με τις εξαγωγές όμως προς Τρίτες Χώρες (πλην Ε.Ε.) να παρουσιάζουν συνεχόμενη άνοδο σε ποσοστό 6,45%.
Η σημαντικότερη αγορά εντός ΕΕ παραμένει η γερμανική, αλλά αυτό που είναι τρομερά αξιοσημείωτο είναι η σημαντικότατη άνοδος των εξαγωγών στις ΗΠΑ όπου παρατηρείται σημαντική άνοδος των εξαγωγών σε αξία που αγγίζουν το 27,68% και των εξαγωγικών ποσοτήτων κατά 16,22% ενώ παρόμοια εικόνα παρουσιάζει ο Καναδάς που ακολουθεί επίσης ανοδική πορεία. Ιαπωνία, Αυστραλία, Ν. Αφρική, παντού πλέον θα βρεις εύκολα ή δύσκολα ελληνικό κρασί και θα ακούσεις να συγκρίνουν το Ξινόμαυρο Ναούσης με το Pinot Noir της Βουργουνδίας και το Ασύρτικο Σαντορίνης με το Chardonnay από το Chablis.
Τα παραπάνω αποτελούν απόρροια συντονισμένων εκπαιδευτικών και προωθητικών ενεργειών προς επαγγελματίες και καταναλωτές (εκδηλώσεις παρουσίασης των ελληνικών οίνων στο ευρύ κοινό, προσκλήσεις δημοσιογράφων, άρθρα περιοδικών οίνου και επαγγελματιών του κρασιού, σύσταση γραφείων εκπαίδευσης και πληροφόρησης για το ελληνικό κρασί, γευσιγνωσίες και συμμετοχή σε εκθέσεις παγκόσμιου βεληνεκούς). Μόλις πρόσφατα προϋπολογίστηκε το ποσό των 5,5 εκατ. ευρώ από την Enterprise Greece και τη Εθνική Διεπαγγελματική Οργάνωση Αμπέλου και Οίνου (ΕΔΟΑΟ) που περιλαμβάνει κοινές δράσεις εντός του 2017, για την ενίσχυση της εξωστρέφειας του κλάδου του κρασιού και την αύξηση των εξαγωγών.
Εδώ επίσης πρέπει να αναφερθεί και ο σημαντικός ρόλος της καμπάνιας «All About Greek Wine», που ξεκίνησε πριν λίγα χρόνια από πρωτοβουλία μερικών οινοποιείων και πλέον έχει τεθεί υπό την σκέπη της ΕΔΟΑΟ, που μαζί με τον Ελληνικό Οργανισμό Εξωτερικού Εμπορίου, έχουν αναλάβει να το τρέξουν από κοινού, με εθνικά και διεθνή κονδύλια. Στο ίδιο μήκος κύματος και η προσπάθεια της καμπάνιας του «New Wines Of Greece», που στήθηκε με σκοπό να «συστήσει» με πρόγραμμα και πολλή δουλειά το ελληνικό κρασί στις αγορές του εξωτερικού
Το κάρο θέλει ακόμα πολύ σπρώξιμο, αλλά είναι ίσως η πρώτη φορά που έχει τέτοια ώθηση και πρόθυμα χέρια για να μπει στον ίσιο δρόμο. Και αυτήν την προσπάθεια την πιστώνονται οι ίδιοι παραγωγοί που με το μεράκι τους και τον αγώνα τους πλέον ξέρουν τι έχουν στα χέρια τους, πώς να το αξιοποιήσουν και ποιες πόρτες έχουν να χτυπήσουν.